Ο Αντρέ Σιτροέν πετούσε τα αυτοκίνητά του από λόφους για να αποδείξει την αντοχή τους, ενώ το όνομά του φωτιζόταν από 125.000 λαμπιόνια πάνω στον Πύργο του Άιφελ. Ο Ντέιβ Τόμας, ιδρυτής της αλυσίδας εστιατορίων Wendy’s, όχι μόνο πρωταγωνίστησε σε 800 διαφημιστικά, αλλά επινόησε ένα σλόγκαν, το «Where is the Beef», που ήταν τόσο επιτυχημένο, που υιοθετήθηκε στις αμερικάνικες εκλογές. Ο Τόμας Λίπτον είχε διακοσμήσει τη βιτρίνα του παντοπωλείου του με ευμεγέθη λουκάνικα και ένα τεράστιο τυρί, για τη μεταφορά του οποίου επιστρατεύτηκαν 800 αγελάδες. Ο Χανς Ουίλσντορφ, ιδρυτής της Rolex, «δοκίμασε» το αδιάβροχο ρολόι του στο κανάλι της Μάγχης, στον καρπό μιας Λονδρέζας στενογράφου, που διέσχισε το κανάλι για πρώτη φορά. Ακόμη και ο «δικός» μας, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, είχε προσλάβει φωτογράφο για να απαθανατίζει τους celebrities, με φόντο πάντα το σήμα της Ολυμπιακής, που τον επισκέπτονταν στο Σκορπιό.
Αν, τώρα, αναρωτηθήκατε τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε όλες αυτές τις ενέργειες, η απάντηση είναι μία: «δημοσιότητα». Οι εμπνευστές τους γνώριζαν ότι οι πράξεις τους θα τραβήξουν τα φώτα της δημοσιότητας, με αποτέλεσμα το όνομα της εταιρείας να προβληθεί από τα Μέσα χωρίς το παραμικρό κόστος. Αυτή είναι και η βασική διαφορά της δημοσιότητας από τη διαφήμιση, που πάντα είναι πληρωμένη
Ως εργαλείο των δημοσίων σχέσεων η δημοσιότητα κάνει την εμφάνισή της τον 19ο αιώνα στην Αμερική, με τη εμφάνιση ατόμων/δημοσιογράφων (publicists) που ειδικεύονται στην προώθηση τσίρκων, θεατρικών παραστάσεων και άλλων θεαμάτων και οι οποίοι προσπαθούν να δημιουργήσουν δημοσιότητα για τα προϊόντα τους.
Κύριος εκφραστής αυτής της τάσης είναι ο Φιλέας Μπάρνουμ, ένας γεννημένος σόουμαν, που διοργάνωνε ιδιότυπες εκδηλώσεις που τραβούσαν τα φώτα της δημοσιότητας. Εξ ου και η μνημειώδης ατάκα του «είμαι υπόχρεος στον Τύπο της Αμερικής για κάθε ένα δολάριο που έχω στην κατοχή μου». Μάλιστα, σε ένα από τα τεχνάσματά του, περιόδευε στις ΗΠΑ με τη «μουμιοποιημένη γοργόνα» του. Εν τέλει αποδείχθηκε ότι εξαπατούσε το κοινό, όταν αποκαλύφθηκε ότι η γοργόνα είχε το κεφάλι μιας μαϊμούς και την ουρά ενός αποξηραμένου ψαριού.
Στα χνάρια του Μπάρνουμ κινήθηκε και ο Χάρι Ράιχενμπαχ, ένας οξυδερκής πράκτορας Τύπου για λογαριασμό ηθοποιών και εταιρειών παραγωγής ταινιών, που επινόησε πληθώρα ευφάνταστων επικοινωνιακών τεχνασμάτων για να δημιουργήσει ντόρο γύρω από τους πελάτες του. Έφθασε μάλιστα σε σημείο να αφήσει ελεύθερες μαϊμούδες και λιοντάρια στο χώρο του ξενοδοχείου, για να προωθήσει την πρώτη ταινία του Ταρζάν.