Λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας, την προσφάτως επιτευχθείσα συμφωνία, καθώς και τα πολύ σκληρά δημοσιονομικά μέτρα που ανέλαβε η ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει (λ.χ. αυξήσεις σε συντελεστές ΦΠΑ, αύξηση συντελεστών φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων, αύξηση στο 100% της προκαταβολής των φόρων επιχειρήσεων και επαγγελματιών), τις συνεχείς εκκλήσεις διαφόρων φορέων επιχειρήσεων και βιομηχανιών (λ.χ. ΣΕΒ) και των ίδιων των ελλήνων επιχειρηματιών για την αδήριτη ανάγκη σταθεροποίησης του φορολογικού περιβάλλοντος (το οποίο παρά τις εξαγγελίες της εκάστοτε κυβέρνησης παραμένει ρευστό, πολύπλοκο και όχι φιλικό προς τον φορολογούμενο), εύλογα ο δυνητικός επιχειρηματίας/ιδρυτής μιας start-up, καταλήγει στο δίλλημα: «Να συστήσω μία εταιρεία στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό;»
Ανάμεσα σε άλλους παράγοντες που πρέπει να διερευνηθούν για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, όπως παραδείγματος χάριν ότι μια αλλοδαπή εταιρεία πιθανόν να προσέδιδε τη δυνατότητα διείσδυσης σε νέες αγορές καθώς και ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση απ’ ότι μια ελληνική (ενώ πολλές φορές στην πράξη αποδεικνύεται, ότι για τη χρηματοδότηση μιας start-up από ελληνικά Funds τα τελευταία κάποιες φορές θέτουν ως τυπική προϋπόθεση η εταιρεία να έχει έδρα στην Ελλάδα), οι φορολογικές συνέπειες υπό την ελληνική φορολογική νομοθεσία, δεν πρέπει να παραβλέπονται.
Πιο συγκεκριμένα, εκτός σημαντικότατων ζητημάτων όπως είναι η φορολογική μεταχείριση πιθανών ζημιών κατά τα πρώτα έτη λειτουργίας της εταιρείας ή των μερισμάτων που διανέμονται από την εταιρεία, θέματα φορολόγησης σε περίπτωση «exit» ή άλλους κινδύνους από τη συμμετοχή σε αλλοδαπή εταιρεία, πρωταρχικής σημασίας είναι η διασφάλιση της μη αμφισβήτησης της φορολογικής κατοικίας μιας αλλοδαπής εταιρείας από τις ελληνικές φορολογικές αρχές.
Εταιρική «φορολογική κατοικία»
Με το Ν. 4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος) εισήχθη πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη η έννοια της «φορολογικής κατοικίας» για τον καθορισμό των νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, που υπάγονται στο φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα.
Μια αλλοδαπή εταιρεία κινδυνεύει να θεωρηθεί κάτοικος Ελλάδος (δηλ. να έχει φορολογική υποχρέωση για το παγκόσμιο εισόδημά της στην Ελλάδα – όπως ακριβώς μια ελληνική εταιρεία και να υπαχθεί στην ίδια φορολογία με τις εγχώριες εταιρείες), μεταξύ άλλων, αν ο «τόπος άσκησης της πραγματικής διοίκησής» της βρίσκεται στην Ελλάδα.
Γιατί όμως είναι τόσο σημαντική η διασφάλιση ότι ο τόπος άσκησης της πραγματικής διοίκησης και άρα και η φορολογική κατοικία μιας αλλοδαπής εταιρείας βρίσκεται στο εξωτερικό από πλευράς ελληνικού φορολογικού δικαίου; Διότι, η εταιρική φορολογική κατοικία είναι η έννοια με την οποία καθορίζεται το δικαίωμα επιβολής φόρου ενός Κράτους στα εταιρικά κέρδη. Επομένως, η φορολογική κατοικία είναι πολύ σημαντική έννοια και κάθε αλλοδαπή εταιρεία ελληνικών συμφερόντων, που κατέχεται δηλαδή από άλλη ελληνική εταιρεία ή έλληνες – φυσικά πρόσωπα, θα πρέπει να διασφαλίζει ότι υπόκειται σε φόρο μόνο σε ένα Κράτος, σε αυτό στο οποίο σκοπεύει να φορολογηθεί (στο ξένο κράτος).
Η αμφισβήτηση της φορολογικής κατοικίας μιας αλλοδαπής εταιρείας και εξομοίωσή της φορολογικά με μια εταιρεία που έχει συσταθεί στην Ελλάδα μπορεί να επέλθει εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο μέτοχος/εταίρος/ιδρυτής της εταιρείας, ο οποίος λ.χ. είναι κάτοικος Ελλάδας και έχει τα ζωτικά του συμφέροντα στην Ελλάδα, συμμετέχει στη διοίκηση της αλλοδαπής εταιρείας εξ αποστάσεως, από την Ελλάδα, μέσω τεχνολογικών βοηθημάτων (π.χ. e-mail, τηλεδιάσκεψη χωρίς φυσική παρουσία στο εξωτερικό). Η δικαιολογητική βάση είναι ότι σε αυτήν την περίπτωση, η ύπαρξη της εταιρείας στο εξωτερικό αντί μιας ελληνικής εταιρείας δεν εξυπηρετεί κανέναν άλλο σκοπό παρά μόνο την απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος με βάση την αλλοδαπή φορολογική νομοθεσία.
Αμφισβήτηση εταιρικής φορολογικής κατοικίας
Σε περίπτωση που τεθεί θέμα αμφισβήτησης της φορολογικής κατοικίας της αλλοδαπής εταιρείας από τις ελληνικές φορολογικές αρχές, αυτό δε σημαίνει ότι οι φορολογικές αρχές του Κράτους της καταστατικής έδρας της αλλοδαπής εταιρείας θα πάψουν να αντιμετωπίζουν την εταιρεία ως φορολογικό κάτοικο στο εν λόγω Κράτος και ως εκ τούτου θα πάψουν να έχουν δικαίωμα φορολόγησης των κερδών της εταιρείας αυτής στο ξένο Κράτος. Επομένως είναι δυνατόν να οδηγηθούμε σε περίπτωση διπλής φορολογικής κατοικίας της εταιρείας, ζήτημα το οποίο επιλύεται από τις διατάξεις των Συμβάσεων Αποφυγής Διπλής Φορολογίας, εάν υπάρχει τέτοια σύμβαση μεταξύ της Ελλάδας και του άλλου Κράτους.
Συνεπώς, αποτυχία στα προαναφερόμενα ενδέχεται να οδηγήσει σε πολλαπλές φορολογικές υποχρεώσεις, σε διάφορα Κράτη.
Τα αποφασιστικά κριτήρια για να θεωρηθεί ότι ο τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης μιας αλλοδαπής εταιρείας βρίσκεται στην Ελλάδα είναι ιδίως τα εξής:
- ο τόπος άσκησης καθημερινής διοίκησης,
- ο τόπος λήψης στρατηγικών αποφάσεων,
- ο τόπος ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων ή εταίρων,
- ο τόπος τήρησης βιβλίων και στοιχείων,
- ο τόπος συνεδριάσεων του ΔΣ ή όποιου άλλου εκτελεστικού οργάνου διοίκησης,
- η κατοικία των μελών του ΔΣ ή όποιου άλλου εκτελεστικού οργάνου διοίκησης,
- η κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων ή εταίρων.
Από τα ανωτέρω διαφαίνεται, ότι οτιδήποτε μπορεί να υποδηλώσει ότι οι στρατηγικές αποφάσεις μιας αλλοδαπής εταιρείας λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα και όχι στο εξωτερικό (στη χώρα εγκατάστασης της αλλοδαπής εταιρείας) είναι δυνατόν να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση της φορολογικής κατοικίας της εταιρείας και ως εκ τούτου η εταιρεία αυτή μπορεί να θεωρηθεί υπό την ελληνική νομοθεσία ως εταιρεία κάτοικος Ελλάδας.
Στην πραγματικότητα, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς η πρακτική έως σήμερα ήταν η χρησιμοποίηση αλλοδαπών εταιρειών, των λεγόμενων «εξωχώριων» εταιρειών ως «οχήματα», πολλές φορές με αποκλειστικό σκοπό την επίτευξη προνομιακής φορολογικής μεταχείρισης στο πεδίο των εταιρικών κερδών, μερισμάτων καθώς και των κερδών (υπεραξίας) από την μεταβίβαση κεφαλαίου σε περίπτωση εξόδου από το σχήμα («exit»), συγκριτικά με τη φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων αυτών στην Ελλάδα.
Επιπλέον, τόσο στην Ελλάδα όσο στην Ε.Ε. και διεθνώς, γίνεται σήμερα εκτεταμένη προσπάθεια διασφάλισης της φορολογητέας ύλης των επιμέρους κρατών, έτσι ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα μεταφοράς κερδών σε κράτη με προνομιακά φορολογικά καθεστώτα. Εντείνονται, λοιπόν, οι νομοθετικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της πάταξης φαινομένων χρησιμοποίησης εταιρειών με αποκλειστικό σκοπό την εν τοις πράγμασι μεταφορά κερδών σε άλλα κράτη, τα οποία παρέχουν πιο αποτελεσματική φορολόγηση.
Θωράκιση του επιχειρηματία
Στην περίπτωση, λοιπόν, που ένας νέος επιχειρηματίας αποφασίσει ότι είναι προτιμότερο να επιχειρήσει διαμέσου μιας εταιρείας στο εξωτερικό, θα πρέπει να προσδώσει σε αυτήν επαρκή οικονομική και εμπορική υπόσταση, ώστε να αποδεικνύεται ότι η εταιρεία αυτή επιδιώκει πραγματική οικονομική δραστηριότητα (ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα) και να έχει αποδεδειγμένα φυσική υπόσταση (μισθωμένα ή ιδιόκτητα γραφεία, μόνιμα απασχολούμενο προσωπικό, κλπ.) στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη.
Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση οι στρατηγικές αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται στο εξωτερικό και αυτό θα πρέπει να αποδεικνύεται από την φυσική παρουσία του λ.χ. Διευθυντή της εταιρείας στο εξωτερικό στα διοικητικά συμβούλια και στις γενικές συνελεύσεις. Προς τούτο, θα πρέπει επίσης να αποφεύγεται η συμμετοχή στο ΔΣ ή στις γενικές συνελεύσεις διαμέσου τηλεδιασκέψεων, μέσω της αποστολής των αποφάσεων του ΔΣ ή της γενικής συνέλευσης για την τυπική υπογραφή αυτών από τα αρμόδια πρόσωπα στην Ελλάδα.
Δεδομένου ότι η διάταξη για τον τόπο άσκησης της πραγματικής διοίκησης μιας εταιρείας είναι φρέσκια ακόμη, οι φορολογικές αρχές δεν έχουν προς το παρόν προχωρήσει σε αμφισβητήσεις της φορολογικής κατοικίας εταιρειών ελληνικών συμφερόντων, αν και είναι βέβαιο πως στο μέλλον θα δούμε αρκετά τέτοια φαινόμενα.
Συνεπώς, για το λόγο αυτό, ο δυνητικός επιχειρηματίας είτε θα πρέπει να συμβιβαστεί με την υλοποίηση της επιχειρηματικής του/της ιδέας μέσω μιας ελληνικής εταιρείας, με τα όποια αρκετά μειονεκτήματα υπάρχουν από αυτή την επιλογή του/της ή αν επιλέξει την ίδρυση μιας εταιρείας στο εξωτερικό, θα πρέπει πρωτίστως να θωρακίσει την εταιρεία αυτή με επαρκή επίπεδα υπόστασης (οικονομικής και εμπορικής), επιβαρυνόμενος με τα κόστη που αναλογούν στην απόφαση αυτή, αποφεύγοντας έτσι τον μελλοντικό κίνδυνο θεώρησης της εταιρείας του/της ως ελληνικής, γεγονός το οποίο θα επέφερε αξιοσημείωτη επιβάρυνση και πιθανόν φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις.
Δημοσιεύτηκε στο epixeiro.gr