Απο το Δίκτυο Μεσόγειος sos
Με αφορμή την αποκάλυψη νέων στοιχείων στην υπόθεση των ύποπτων ναυαγίων, που φέρονται να διακινούσαν και να απέρριπταν τοξικά και πυρηνικά απόβλητα στη περιοχή της Μεσογείου.
Τη συζήτηση άνοιξε η Διευθύντρια του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS κ. Άννυ Μητροπούλου, επισημαίνοντας το γεγονός ότι αν και η ανεξέλεγκτη απόρριψη τοξικών και πυρηνικών αποβλήτων αποτελεί ένα χρόνιο πρόβλημα στη Μεσόγειο, που φαίνεται να λειτουργεί ως «χωματερή» και ως χαλί για να κρύψουμε την τοξική σκόνη, ωστόσο οι πρόσφατες αποκαλύψεις καθιστούν επιτακτική την περαιτέρω διερεύνηση του θέματος. Σύμφωνα με την κ. Μητροπούλου η παρουσία πλοίων στο βυθό της Μεσογείου με ενδεχόμενο φορτίο τοξικών και πυρηνικών αποβλήτων, είναι ένα θέμα που αφορά τη διεθνή κοινότητα, ανεξάρτητα με τον χώρο βύθισης των πλοίων. Για το λόγο αυτό και η αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί διακρατική συνεργασία και ανάληψη πρωτοβουλιών τόσο εκ μέρους των κυβερνήσεων, όσο κι εκ μέρους των δικαστικών αρχών. Απαραίτητες επίσης θεωρούνται η εκτεταμένη διερεύνηση των ναυαγίων και η εντατικοποιημένη δειγματοληψία νερού και ιζημάτων από περιοχές στις οποίες υπάρχουν υπόνοιες διαρροής αποβλήτων.
Εν συνεχεία, το λόγο πήρε η κ. Νίκη Παρδαλού, υπεύθυνη του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS για θέματα θαλάσσιας βιοποικιλότητας. Η κ. Παρδαλού αφού έκανε μια σύντομη αναφορά στο χρονικό του σκανδάλου με τα «δηλητηριώδη πλοία», επεσήμανε την ενδεχόμενη ύπαρξη ύποπτων ναυαγίων και στις ελληνικές θάλασσες. Καταλήγοντας διευκρίνισε ότι, αν και στη χώρα μας οι μέχρι σήμερα μετρήσεις ραδιενέργειας δεν εμπνέουν ανησυχία, παρ’όλα αυτά η ύπαρξη τέτοιων ναυαγίων στα χωρικά μας ύδατα είναι πιθανή κι ως εκ τούτου η ανάγκη επαγρύπνησης και περαιτέρω διερεύνησης του θέματος κρίνεται επιτακτική.
Ακολούθησε η τοποθέτηση του εκπροσώπου της ιταλικής ΜΚΟ Legambiente Nazionale κ. Antonio Pergolizzi, o οποίος αναφέρθηκε εκτενώς στο ιστορικό της πολύκροτης υπόθεσης, στον τρόπο με τον οποίο μεθοδεύτηκε η διακίνηση και απόρριψη των αποβλήτων και στις συνέπειες οι οποίες έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Legambiente, στο σκάνδαλο εμπλέκονται μυστικές υπηρεσίες, έμποροι όπλων και η Ιταλική μαφία, γεγονός που λειτούργησε ως τροχοπέδη στην ουσιαστική διερεύνηση και διαλεύκανση της υπόθεσης από τις δικαστικές αρχές της Ιταλίας. Τελειώνοντας ο κ. Pergolizzi τόνισε ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο Μεσογειακό αλλά παγκόσμιο και απαιτεί την επέμβαση της Ε.Ε. αλλά και της διεθνούς κοινότητας.
Οι τοποθετήσεις των εισηγητών ολοκληρώθηκαν με αυτή του κ. Θαν. Γεράνιου, Αναπλ. Καθηγητή του Τομέα Πυρηνικής και Σωματιδιακής Φυσικής του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Ο κ. Γεράνιος δήλωσε ότι τα καταποντισμένα πυρηνικά απόβλητα διαχέονται γρηγορότερα από τα αποθηκευμένα σε παλαιά ορυχεία λόγω της διάβρωσης στο υδάτινο περιβάλλον, αλλά και λόγω της προχειρότητας και φθηνής θωράκισής τους για λόγους οικονομίας. Ο κίνδυνος μόλυνσης μεγαλώνει αν σε αυτά εμπεριέχεται και πλουτώνιο που δεν απομακρύνθηκε στις μονάδες επεξεργασίας πυρηνικών αποβλήτων. Απαιτείται ο εντοπισμός των φορτίων αυτών και η ανέλκυσή τους πριν ξεκινήσει η διαδικασία της διάβρωσης, που μπορεί να προκαλέσει μόλυνση της τροφικής αλυσίδας από μόλυνση των ψαριών.
Ο κ. Γεράνιος τόνισε ότι η Ελλάδα δεν είναι πυρηνική χώρα, ούτε και διαθέτει πυρηνικές εγκαταστάσεις και επομένως δεν επιτρέπεται να μολύνεται με πυρηνικά απόβλητα αντιδραστήρων άλλων χωρών, ούτε και να κινδυνεύει από πυρηνικά ατυχήματα από τη λειτουργία αυτή. Το γεγονός αυτό, επιβεβαιώνει την άποψη ότι η απόφαση για εγκατάσταση και λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων δεν πρέπει να είναι απόφαση μιας μόνον χώρας, αλλά τουλάχιστον και των γειτονικών.
Μετά το πέρας των εισηγήσεων ακολούθησε συζήτηση με το κοινό.
Παρών ήταν ο Εισαγγελέας Περιβάλλοντος κ. Δημ. Γκύζης, ο οποίος επεσήμανε τα νομικά εμπόδια που αντιμετωπίζει η ανίχνευση της εν λόγω υπόθεσης, εξαιτίας κωλυμάτων τοπικής αρμοδιότητας ή παραγραφής των σχετικών αδικημάτων.
Ενδιαφέρον παρουσίασε η τοποθέτηση του κ. Γεώργιου Παπαθεοδώρου Αν. Καθηγητή του Παν/μίου Πατρών, ο οποίος αναφέρθηκε στην άμεση ανάγκη χαρτογράφησης, καταγραφής και παρακολούθησης των ύποπτων ναυαγίων.
Ο καθηγητής του Παν/μιου Αθηνών κ. Μαν. Δασενάκης επεσήμανε την ανάγκη σύστασης Ειδικής Ευρωπαϊκής Επιτροπής Παρακολούθησης προκειμένου να προληφθούν στο μέλλον παρόμοια περιστατικά.
Ο εκπρόσωπος του ΕΛΚΕΘΕ κ. Χρ. Τσαμπάρης τόνισε ότι πλέον διαθέτουμε την κατάλληλη τεχνολογία για έλεγχο της ποιότητας του θαλάσσιου περιβάλλοντος και είναι θέμα πολιτικής βούλησης η ανάληψη του οικονομικού κόστους μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, το οποίο παραμένει υψηλό.
Στη συνέντευξη τύπου δεν παραβρέθηκαν εκπρόσωποι των αρμόδιων Υπουργείων, παρότι είχαν λάβει σχετική πρόσκληση. Το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS θα συνεχίσει την διερεύνηση της εν λόγω υπόθεσης και την προσπάθεια επαγρύπνησης και συμμετοχής όλων των φορέων, την σύμπραξη των οποίων απαιτεί η αντιμετώπιση του κρίσιμου αυτού περιβαλλοντικού και κοινωνικού ζητήματος.